Υπάρχει γονίδιο τεμπελιάς;
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Αύγ 03, 2008 11:23 pm
Έχοντας βασιστεί σε προκαταρκτικές έρευνες σε ζώα, ο κινησιολόγος Timothy Lightfoot και η ομάδα του από το Πανεπιστήμιο της βόρειας Καρολίνας υποδεικνύει οτι γενετικοί παράγοντες μπορεί πράγματι να προδιαθέτουν ορισμένους ανθρώπους στην τεμπελιά.
Η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε ποντίκια που είχαν ανατραφεί με συγκεκριμένο τρόπο και επιλεγεί σύμφωνα με τα επίπεδα δραστηριότητάς τους και εντόπισαν 20 διαφορετικές περιοχές γονιδιώματος που συνεργάζονται για να επηρεάσουν τα επίπεδα δραστηριότητας, ιδιαίτερα το πόσο μακριά θα τρέξουν τα ζώα.
Η ερευνητική ομάδα είναι η πρώτη που εντοπίζει αυτές τις γενετικές περιοχές και η πρώτη που διαπιστώνει ότι συνεργάζονται.
Όπως δήλωσαν οι ερευνητές, οι περιοχές που βρήκαν στο γονιδίωμα του ποντικού μπορεί να ισχύουν αναλογικά και στον άνθρωπο. Η ομάδα προετοιμάζεται να αρχίσει παρόμοια έρευνα σε άντρες και γυναίκες.
Ο ερευνητής θέλησε να ερευνήσει τον λόγο για τον οποίο πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να μην ασκούνται.
Για την έρευνα επέλεξε δραστήρια και μη δραστήρια ποντίκια και στη συνέχεια κατέληξε σε 310 απογόνους, που γενετικά προήλθαν και από τις δυο ομάδες. Στην ηλικία των 9 εβδομάδων κάθε ποντίκι έμεινε σε ατομικό κλουβί που περιείχε τροχό άσκησης. Οι ερευνητές μέτρησαν πόσο μακριά και πόσο γρήγορα έτρεχαν τα ποντίκια καθημερινά επί τρεις εβδομάδες.
Τα ποντίκια που είχαν έφεση στην άσκηση έτρεχαν 5 έως 8 μίλια την ημέρα, ενώ τα μη ενεργά 0,3 μίλια την ημέρα. Ενώ ο τροχός των δραστήριων ποντικών έτρεχε όλη τη νύχτα τα τεμπέλικα ποντίκια προσπαθούσαν να εφεύρουν έξυπνους τρόπους για να μην ασκούνται.
Ένα από αυτά γέμισε με τρόφιμα τη ρόδα και τη μετέτρεψε σε κρεβάτι. Άλλο τη χρησιμοποίησε ως τουαλέτα.
Αν και τα επίπεδα δραστηριότητας των ζώων δεν μπορούν αν αποδοθούν ολοκληρωτικά στα γονίδια, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η κληρονομικότητα ευθύνεται περίπου για το 50% στη διαφορά βαθμού δραστηριότητας. Παρατήρησαν επίσης ότι γονίδια που προάγουν τη δραστηριότητα ήταν κυρίαρχα χαρακτηριστικά των ποντικών που αγαπούσαν την άσκηση.
Ο ερευνητής σημειώνει ότι όταν μιλούσαμε για δραστηριότητα εξαρτιόταν από το αν οι άνθρωποι αποφάσιζαν αν θα είναι δραστήριοι ή όχι. Τώρα, είναι ξεκάθαρο πως υπάρχει κληρονομικό κίνητρο σχετικά με το αν κάποιος θα είναι δραστήριος. Παραμένει μυστήριο το πώς ακριβώς δρα η θέληση για δραστηριότητα στο σώμα. Υπάρχουν δυο θεωρίες εξηγεί ο ερευνητής: Τα γονίδια μπορεί να επηρεάζουν είτε τον τρόπο που δουλεύουν οι μυς-ενδεχομένως οδηγώντας τους να χρησιμοποιούν την ενέργεια πιο αποτελεσματικά και εμποδίζοντας την κούραση είτε κάποιο βιοχημικό κύκλωμα υψηλότερης ιεράρχησης στον εγκέφαλο όπως τα επίπεδα ντοπαμίνης ή σεροτονίνης.
Οι ερευνητές έχουν εξετάσει τον μυϊκό ιστό του ποντικού στην έρευνα, ωστόσο, και αρχικά στοιχεία που δεν έχουν δημοσιευτεί υποδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν διαφορές στη λειτουργία τους.
Όπως πιθανολογεί ο ερευνητής, το κίνητρο για άσκηση επηρεάζεται τουλάχιστον μερικώς από χημικές ουσίες του εγκεφάλου-λογική υπόθεση με δεδομένο ότι η ντοπαμίνη ή η σεροτονίνη παίζουν σημαντικό ρόλο σε αρκετές συμπεριφορές και κίνητρα του ανθρώπου, στα οποία περιλαμβάνονται η πείνα, ο εθισμός, και διαταραχές διάθεσης και κίνησης όπως η νόσος Πάρκινσον.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Journal of Heredity’.
πηγή:iatronet.gr
Η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε ποντίκια που είχαν ανατραφεί με συγκεκριμένο τρόπο και επιλεγεί σύμφωνα με τα επίπεδα δραστηριότητάς τους και εντόπισαν 20 διαφορετικές περιοχές γονιδιώματος που συνεργάζονται για να επηρεάσουν τα επίπεδα δραστηριότητας, ιδιαίτερα το πόσο μακριά θα τρέξουν τα ζώα.
Η ερευνητική ομάδα είναι η πρώτη που εντοπίζει αυτές τις γενετικές περιοχές και η πρώτη που διαπιστώνει ότι συνεργάζονται.
Όπως δήλωσαν οι ερευνητές, οι περιοχές που βρήκαν στο γονιδίωμα του ποντικού μπορεί να ισχύουν αναλογικά και στον άνθρωπο. Η ομάδα προετοιμάζεται να αρχίσει παρόμοια έρευνα σε άντρες και γυναίκες.
Ο ερευνητής θέλησε να ερευνήσει τον λόγο για τον οποίο πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να μην ασκούνται.
Για την έρευνα επέλεξε δραστήρια και μη δραστήρια ποντίκια και στη συνέχεια κατέληξε σε 310 απογόνους, που γενετικά προήλθαν και από τις δυο ομάδες. Στην ηλικία των 9 εβδομάδων κάθε ποντίκι έμεινε σε ατομικό κλουβί που περιείχε τροχό άσκησης. Οι ερευνητές μέτρησαν πόσο μακριά και πόσο γρήγορα έτρεχαν τα ποντίκια καθημερινά επί τρεις εβδομάδες.
Τα ποντίκια που είχαν έφεση στην άσκηση έτρεχαν 5 έως 8 μίλια την ημέρα, ενώ τα μη ενεργά 0,3 μίλια την ημέρα. Ενώ ο τροχός των δραστήριων ποντικών έτρεχε όλη τη νύχτα τα τεμπέλικα ποντίκια προσπαθούσαν να εφεύρουν έξυπνους τρόπους για να μην ασκούνται.
Ένα από αυτά γέμισε με τρόφιμα τη ρόδα και τη μετέτρεψε σε κρεβάτι. Άλλο τη χρησιμοποίησε ως τουαλέτα.
Αν και τα επίπεδα δραστηριότητας των ζώων δεν μπορούν αν αποδοθούν ολοκληρωτικά στα γονίδια, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η κληρονομικότητα ευθύνεται περίπου για το 50% στη διαφορά βαθμού δραστηριότητας. Παρατήρησαν επίσης ότι γονίδια που προάγουν τη δραστηριότητα ήταν κυρίαρχα χαρακτηριστικά των ποντικών που αγαπούσαν την άσκηση.
Ο ερευνητής σημειώνει ότι όταν μιλούσαμε για δραστηριότητα εξαρτιόταν από το αν οι άνθρωποι αποφάσιζαν αν θα είναι δραστήριοι ή όχι. Τώρα, είναι ξεκάθαρο πως υπάρχει κληρονομικό κίνητρο σχετικά με το αν κάποιος θα είναι δραστήριος. Παραμένει μυστήριο το πώς ακριβώς δρα η θέληση για δραστηριότητα στο σώμα. Υπάρχουν δυο θεωρίες εξηγεί ο ερευνητής: Τα γονίδια μπορεί να επηρεάζουν είτε τον τρόπο που δουλεύουν οι μυς-ενδεχομένως οδηγώντας τους να χρησιμοποιούν την ενέργεια πιο αποτελεσματικά και εμποδίζοντας την κούραση είτε κάποιο βιοχημικό κύκλωμα υψηλότερης ιεράρχησης στον εγκέφαλο όπως τα επίπεδα ντοπαμίνης ή σεροτονίνης.
Οι ερευνητές έχουν εξετάσει τον μυϊκό ιστό του ποντικού στην έρευνα, ωστόσο, και αρχικά στοιχεία που δεν έχουν δημοσιευτεί υποδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν διαφορές στη λειτουργία τους.
Όπως πιθανολογεί ο ερευνητής, το κίνητρο για άσκηση επηρεάζεται τουλάχιστον μερικώς από χημικές ουσίες του εγκεφάλου-λογική υπόθεση με δεδομένο ότι η ντοπαμίνη ή η σεροτονίνη παίζουν σημαντικό ρόλο σε αρκετές συμπεριφορές και κίνητρα του ανθρώπου, στα οποία περιλαμβάνονται η πείνα, ο εθισμός, και διαταραχές διάθεσης και κίνησης όπως η νόσος Πάρκινσον.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Journal of Heredity’.
πηγή:iatronet.gr